Το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας στον Πύργο της Τήνου δημιουργήθηκε από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), το οποίο έχει και την ευθύνη για τη λειτουργία του. Ανήκει στο Δίκτυο Θεματικών Μουσείων του Ιδρύματος και είναι το πρώτο του είδους του στην Ελλάδα.
Στο Μουσείο παρουσιάζεται η τεχνολογία του μαρμάρου, ενώ παράλληλα περιγράφεται αναλυτικά το πλέγμα εργαλειακού εξοπλισμού και τεχνικών. Ταυτόχρονα, με την έμφαση που δίνεται στην προβιομηχανική και πρωτοβιομηχανική Τήνο, του σημαντικότερου νεοελληνικού κέντρου μαρμαροτεχνίας, αναδεικνύεται το κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύχθηκαν τα τοπικά εργαστήρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τηνιακή μαρμαροτεχνία είναι το τρίτο στοιχείο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς που εγγράφει η χώρα μας στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της Unesco.
Το μάρμαρο κατέχει ξεχωριστή θέση στην ελληνική τέχνη και αρχιτεκτονική. Λίθος που «μαρμαίρει» (λαμπυρίζει) στο φως του ήλιου, ξεκίνησε ως πρώτη ύλη από την ευρύτερη περιοχή των Κυκλάδων, με τα γνωστά έργα του Κυκλαδικού πολιτισμού, της 3ης χιλιετίας π.Χ.. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, δηλαδή το βάρος, ο όγκος, η αντοχή, η στιλπνότητα και η διάρκεια, καθιέρωσαν το μάρμαρο ως το κατεξοχήν μνημειακό υλικό για έργα τέχνης, από την αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική και γλυπτική έως το βυζαντινό διακοσμητικό ανάγλυφο, από τη λαϊκή μαρμαρογλυπτική έως τον Νεοκλασικισμό και τους γλύπτες των δύο τελευταίων αιώνων.
Το μεγαλύτερο απ’ όλα τα νεοελληνικά κέντρα μαρμαροτεχνίας υπήρξε η Τήνος, και ειδικότερα τα Έξω Μέρη, περιοχή με έδαφος άγονο, πλούσιο όμως σε μάρμαρο (λευκό, γκρίζο, πράσινο) και με πολλά λατομεία. Η τέχνη εδώ περνά από πατέρα σε γιο, αναδεικνύοντας σπουδαίους μαρμαράδες και, στην εξέλιξή της, επώνυμους καλλιτέχνες, που άφησαν τη σφραγίδα της σμίλης τους σε όλη την Ελλάδα, αλλά και στη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, τη Ρουμανία, τη νότια Ρωσία, την Αίγυπτο.
Την περίοδο της μεγάλης ακμής του, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Πύργος είχε περίπου 500 μαρμαράδες και 100 λατόμους. Ο μόχθος και η δημιουργικότητά τους, καθώς και η παράδοση και η πολιτισμική κληρονομιά του τόπου, προβάλλονται στο Μουσείο Μαρμαροτεχνίας, το οποίο φιλοδοξεί να παρουσιάσει εικόνες της ανθρώπινης ζωής και δημιουργίας σε σχέση με το μάρμαρο.
Τον 19ο αιώνα, η κυρίαρχη θέση του μαρμάρου στην οικοδόμηση της νέας πρωτεύουσας και άλλων πόλεων έστρεψε γρήγορα τους μαρμαράδες της Τήνου προς τη νέα αγορά. Στην Αθήνα, Τηνιακοί εργάζονταν ήδη από τη δεκαετία του 1830 στα λατομεία της Πεντέλης και στην οικοδόμηση των Ανακτόρων. Παράλληλα, ίδρυσαν μεγάλα εργαστήρια. Σύντομα δημιουργήθηκε στην Αθήνα ένα ισχυρό δευτερογενές κέντρο, που λειτουργούσε σε συνάρτηση με εκείνα του νησιού. Η αξιοθαύμαστη προσαρμογή των Τηνιακών μαρμαράδων στην ακρίβεια της εργασίας που απαιτούσε ο Νεοκλασικισμός και στην ανάγνωση των αρχιτεκτονικών σχεδίων μπορεί να αποδοθεί στη σωρευμένη τεχνική εμπειρία τους. Στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις (Πειραιάς, Ερμούπολη, Πάτρα, Τρίπολη, Πύργος Ηλείας, Καλαμάτα, Χαλκίδα, Λάρισα, Μεσολόγγι, Αγρίνιο, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Χίος, Σάμος, Ρόδος), όπου δούλεψαν ή εγκαταστάθηκαν, οι Τηνιακοί μαρμαράδες άφησαν τη σφραγίδα τους στα νεοκλασικά μέγαρα, στις εκκλησίες, στα κοιμητήρια, στα αναστηλωμένα αρχαία μνημεία. Από τους ίδιους και τους απογόνους τους προήλθαν μεγάλα ονόματα της νεοελληνικής γλυπτικής.
Η μόνιμη έκθεση περιλαμβάνει ποικίλα κοσμικά, εκκλησιαστικά, επιτύμβια και καθημερινής χρήσης πρωτότυπα έργα σε μάρμαρο (υπέρθυρα, κρήνες, οικόσημα, φουρούσια, προσκυνητάρια, γουδιά, κ.ά.), πήλινα προπλάσματα και γύψινα αντίγραφα, εργαλεία λατόμευσης και μαρμαροτεχνίας, μηχανολογικό εξοπλισμό, αρχειακό υλικό, καθώς και την πλουσιότερη συλλογή σχεδίων παλαιών μαρμαρογλυπτών που υπάρχει στην Ελλάδα. Αυτός ο αξιοσημείωτος αριθμός αυθεντικών αντικειμένων συγκεντρώθηκε κυρίως χάρις στην ευαισθητοποίηση ιδιωτών αλλά και φορέων, οι οποίοι τα δώρισαν ή τα παραχώρησαν στο Ίδρυμα.
Σε αρμονική ροή, και χωρίς να χάνουν την αυτοτέλειά τους, οι θεματικές ενότητες και τα αντίστοιχα εκθέματα που τις «εικονογραφούν» (εξόρυξη, πρώτη επεξεργασία και μεταφορά του μαρμάρου, μορφοποίηση, διακόσμηση και τοποθέτηση των κατασκευών, κατηγορίες προϊόντων, τεχνικές και εργαστηριακή οργάνωσης, σχέσεις με την πελατεία, θεματολογία του διάκοσμου, τεχνοτροπίες και ύφος) παρουσιάζονται με τρόπο άμεσο και φυσικό, ώστε οι επισκέπτες να προσλαμβάνουν γνώσεις, αλλά και να βιώνουν μια, συχνά, συγκινητική εμπειρία. Σε συνδυασμό, εξάλλου, με τις αλληλένδετες αναπαραστάσεις λατομείου, εργαστηρίου μαρμαροτεχνίας και συναρμογής δεσποτικού θρόνου, οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν παραδοσιακές τεχνικές και διαδικασίες που αφορούν την εξόρυξη, την πρώτη επεξεργασία και μεταφορά του μαρμάρου, καθώς και τη μορφοποίηση και τοποθέτηση μιας κατασκευής· με άλλα λόγια, τη διαδρομή από την πρώτη ύλη έως το ολοκληρωμένο έργο. Έτσι, η διαδρομή από την πρώτη ύλη έως το ολοκληρωμένο έργο, μέσω του πλέγματος του εργαλειακού εξοπλισμού και των τεχνικών, γίνεται ευκολότερα κατανοητή, κάνοντας συναρπαστική τη μουσειακή εμπειρία. Παράλληλα, το βραβευμένο εκπαιδευτικό οπτικοακουστικό υλικό της έκθεσης ζωντανεύει με τρόπο άμεσο τις παραδοσιακές μεθόδους εργασίας του λατόμου και του μαρμαροτέχνη: παρακολουθώντας σε ώρα εργασίας και σε φυσικούς χώρους του νησιού ορισμένους από τους τελευταίους παλαιούς μαστόρους, μπορούν να κατανοήσουν τεχνικές και διαδικασίες, με τρόπο ζωντανό και εύληπτο. Ακόμη, οι εικόνες του οδοιπορικού καταγράφουν την έντονη παρουσία του μαρμάρου σε ολόκληρο το νησί και παροτρύνουν τους επισκέπτες σε δικές τους περιηγήσεις.
Τέλος, η έκθεση επεκτείνεται στους υπαίθριους χώρους του Μουσείου. Στην πλατεία μπροστά από την είσοδο εκτίθενται ανυψωτική μηχανή μαρμάρων (μπίγα) και βαγονέτο για τη μεταφορά όγκων, από το λατομείο της Βαθής· στον εξώστη, μπαζοβαγονέτο (σέσουλα), στροφή και ράγες από το λατομείο της Πατέλας, μαζί με ολοκληρωμένα και ημικατεργασμένα μαρμάρινα έργα. Ο ιστορικός μηχανολογικός εξοπλισμός, που παρουσιάζεται στην υπαίθρια έκθεση και ανασυνθέτει χαρακτηριστικές εικόνες από αντίστοιχους φυσικούς χώρους εργασίας, διασώθηκε, συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε λειτουργικά με τη φροντίδα του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς.
To Μουσείο στεγάζεται σε σύγχρονες, πλήρως εξοπλισμένες εγκαταστάσεις, εναρμονισμένες με το χαρακτηριστικό τηνιακό τοπίο, στις οποίες περιλαμβάνεται και Αίθουσα Πολλαπλών Χρήσεων. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το Γ ́ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, αφού εντάχθηκε στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Νοτίου Αιγαίου 2000-2006, και την Τράπεζα Πειραιώς.
Περισσότερες πληροφορίες: Στο site του μουσείου.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΑΡΜΑΡΟΤΕΧΝΙΑΣ ΤΗΝΟΥ
Πύργος, Πάνορμος Τήνου 842 01
Τηλέφωνο 22830-31290
Φαξ 22830-31293
Το παραπάνω κείμενο και οι φωτογραφίες ανήκουν στο Μουσείο Μαρμαροτεχνίας και το Πολιτιστικό Ίδρυμα του ομίλου Πειραιώς. Οι φωτογραφίες ανήκουν στο Ν. Δανιηλίδη.